«Προτιμώ τους απατεώνες από τους βλάκες!» Γιάννης Μπέζος

Λίγες ημέρες πριν από την εμφάνισή του στο Ηρώδειο με τα «Παντρολογήματα», ο Γιάννης Μπέζος, ετοιμοπόλεμος και σε φόρμα, ανοίγει τα χαρτιά του στο FULL LIFE.

Από την Κατερίνα Παπαγεωργίου

Μότο:

«Αν η ζωή μου ήταν διαγώνισμα, θα έπαιρνα άριστα!»

Μότο:

«Δεν θα με πείραζε να παίξω με τη Δούκισσα Νομικού. Είδαμε κι άλλες που έχουν τελειώσει δραματικές σχολές και είναι για κλάματα!»

Μότο:

«Στην επαφή μου με τον κόσμο, θα μιλήσω μονάχα αν έχω κάτι σοβαρό να πω, διαφορετικά δεν θα καθίσω να κάνω κονσομανσιόν με το κοινό!»

Παντρολογήματα του Νικολάι Γκόγκολ.

Σκηνοθεσία: Γιάννης Μπέζος.

Πρωταγωνιστούν: Γιάννης Μπέζος, Ναταλία Τσαλίκη, Χρήστος Λούλης, Τάσος Γιαννόπουλος, Κώστας Μπερικόπουλος, Σύρμω Κεκέ, Παναγιώτης Κατσώλης, Όλγα Ιωσηφίδου (27 και 28 Ιουνίου, Ηρώδειο).

Όταν φτάνω στο «Βρετάνια» για να συναντήσω τον Γιάννη Μπέζο, οι ηθοποιοί για την πρόβα που θα ακολουθήσει την επόμενη ώρα είναι ήδη εκεί. Ο ίδιος με περιμένει μόνος του μέσα στο τεράστιο άδειο θέατρο, καθισμένος στην πρώτη σειρά. Σε ένα τραπεζάκι δίπλα του, καφέδες και σημειώσεις. Δείχνει εγκάρδιος και ευδιάθετος. Μου εξηγεί πως στο «Βρετάνια» το φθινόπωρο, από τις 10 Οκτωβρίου, θα παρουσιάζει την κωμωδία Ένας ήρωας με παντόφλες. Μία ώρα αργότερα, η Ναταλία Τσαλίκη διασχίζει νυχοπατώντας τη σκηνή. Φοράει ροζ περούκα, μοιάζει με αερικό και υπενθυμίζει με την παρουσία της πως έχει έρθει η ώρα για να ξεκινήσει μία ακόμη πρόβα στα Παντρολογήματα του Γκόγκολ, μια παραγωγή του Γιάννη Μπέζου, που στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών θα παρουσιαστεί στο Ηρώδειο στις 27 και 28 Ιουνίου και αμέσως μετά σε περιοδεία σε όλη την Ελλάδα. Παθιασμένος με την καινούρια του αυτή δουλειά, ο γνωστός ηθοποιός αναφέρθηκε από την αρχή της συνέντευξης με ενθουσιασμό στην παράστασή του:

«Πρόκειται για ένα σπουδαίο έργο ενός πολύ μεγάλου πνεύματος της ρωσικής λογοτεχνίας, που για πρώτη φορά είχα ανεβάσει στο Θέατρο Τέχνης το 2007 με άλλη διανομή. Η Ναταλία, για παράδειγμα, είχε τότε άλλον ρόλο, εγώ συνεχίζω με τον ίδιο. Ο Γκόγκολ, με αφορμή κάποια προξενιά, συνήθειες της κοινωνικής ζωής στη Ρωσία στις αρχές του 19ου αιώνα, καυτηριάζει στην παράσταση τις συμπεριφορές και τον μαϊμουδισμό μικροαστών Ρώσων εκείνης της εποχής, που προσπαθούσαν να μιμηθούν τους Γάλλους. Κάτι δηλαδή ανάλογο με αυτό που κάνουμε εμείς σήμερα, καθώς περνιόμαστε για δυτικοευρωπαίοι, την ώρα που η κουλτούρα μας δεν έχει καμία σχέση με την Ευρώπη. Εννοείται πως η καρδιά του έργου είναι κωμική, ενώ οι ήρωές του είναι γελοίοι και ταυτόχρονα τραγικοί. Σίγουρα δηλαδή δεν μιλάμε για μια κωμωδία όπου απλά ο κόσμος θα έρθει να γελάσει, αυτό το κάνει και με τις πιο απίστευτες βλακείες που μπορεί να δει σήμερα! Το θέμα για μένα είναι να μείνει στον θεατή κάτι από την παράσταση που θα δει, να πάρει δουλειά για το σπίτι! Αυτή είναι η δική μου αγωνία στις προσπάθειές μου. Από εκεί και πέρα βέβαια, ο κόσμος σίγουρα θα γελάσει με την καρδιά του».

Εσείς γελάτε εύκολα;

«Όχι…»

Εκνευριζόσαστε όταν σε καινούριες παρέες περιμένουν από εσάς, επηρεασμένοι από τους ρόλους σας, να πείτε κάτι για να ξεσπάσουν σε γέλια;

«Κανείς δεν περιμένει από εμένα να πω κάτι σε μια παρέα για να γελάσουν. Αυτό το κλίμα έχει δημιουργηθεί εξαιτίας συναδέλφων μου, που γίνονται καραγκιόζηδες ανά πάσα στιγμή, με την πρώτη ευκαιρία. Ακόμη και στην επαφή μου με τον κόσμο, αν έχω κάτι σοβαρό να πω θα το πω, αν όχι δεν θα κάτσω να κάνω κονσομανσιόν με το κοινό!»

Η ανταπόκριση του κοινού στα έργα σας δείχνει αγάπη, μολονότι κάποιοι σας χαρακτηρίζουν στρυφνό!

«Οι θεατές έρχονται γι’ αυτό που κρύβεις και όχι γι’ αυτό που τους δείχνεις. Εγώ μπορεί να μην είμαι ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου, ούτε ο πιο οικείος, καθόλου δηλαδή δεν μου αρέσει να μου αποσπούν οι άλλοι την οικειότητα, σίγουρα όμως, ακόμη κι αν δείχνω αυστηρός με το κοινό, είμαι έντιμος απέναντί του, το αντίθετο δηλαδή από αυτό που συμβαίνει με τους πολιτικούς! Από εκεί και πέρα, ούτε παρέα θα κάνω με τους θεατές ούτε θα βγω για φαγητό μαζί τους, σίγουρα όμως, γνωρίζοντας την ευθύνη μου απέναντι σε εκείνους που πληρώνουν για να δουν τη δουλειά μου, προσπαθώ να την κάνω τέλεια».

Μετά από 35 χρόνια καριέρας, δηλώνοντας υποψήφιος για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή στο Εθνικό, ποια πορεία σκοπεύατε να κρατήσετε σε περίπτωση επιλογής σας;

«Κοιτάξτε, είχα δείξει πραγματικά ενδιαφέρον, πλην όμως, αποχώρησα πολύ γρήγορα από την κούρσα, τρεις μήνες πριν γίνει η αλλαγή, η διαδοχή δηλαδή έγινε τον Μάιο, όταν εγώ είχα αποχωρήσει από τον Φεβρουάριο, καθώς, αν εκλεγόμουν, δεν θα προλάβαινα να δρομολογήσω άλλα σχέδια που είχα στο μεταξύ στο μυαλό μου. Γενικά, αυτές οι θέσεις είναι κάπως δύσκολες, δεν είναι απλό να τις αναλάβεις, ενώ το ρεπερτόριο του Εθνικού είναι μια περιπέτεια. Όσο για τη θητεία του κάθε διευθυντή, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να κρίνεται στη λήξη της. Πάντως, ούτε εμμονή είχα με τη θέση ούτε ένιωσα απογοήτευση από όλη αυτή την ιστορία».

Δεν θα με πείραζε να παίξω με τη Δούκισσα!

Από ό,τι ξέρω, ο ελληνικός κινηματογράφος δεν είναι η αδυναμία σας. Τι σας έκανε να πάρετε μέρος στην καινούρια ταινία που γυρίζει αυτόν τον καιρό ο Νίκος Παναγιωτόπουλος;

«Αποφάσισα να εμπλακώ μόνο και μόνο για τον Παναγιωτόπουλο, θα το έκανα ακόμη κι αν μου ζητούσε να πήγαινα μια μέρα για να τον βοηθήσω τεχνικά. Είμαστε, δηλαδή, μια παρέα κι είπαμε όλοι μαζί να κάνουμε κάτι για το σινεμά, που δεν περνάει στην εποχή μας και τις καλύτερες μέρες του, με την έννοια πως δεν υπάρχουν χρήματα για παραγωγές, ούτε κόβονται εισιτήρια. Το θεώρησα “υποχρέωσή” μου να δώσω τη συμμετοχή μου. Από εκεί και πέρα, ο ρόλος δεν με ενδιαφέρει, δεν περιμένω να κάνω καριέρα από μια ταινία».

Θα ανταποκρινόσασταν με τον ίδιο τρόπο στη «Λιμουζίνα» του Παναγιωτόπουλου, που είδαμε φέτος στη μεγάλη οθόνη, με πρωταγωνίστρια τη Δούκισσα Νομικού, ένα κορίτσι του life style, που καμία σχέση μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε με την υποκριτική.

«Γιατί όχι, δεν θα με πείραζε να παίξω σε έργο με τη Δούκισσα Νομικού, δεν μου λέει τίποτε αυτό, είδαμε κι άλλες που έχουν τελειώσει δραματική σχολή και είναι για κλάματα! Εμένα δεν με αφορά τι προφίλ έχει ο καθένας, με νοιάζει μόνο αν για τη δουλειά που κάνω είναι καλός».

Θα προσλαμβάνατε, δηλαδή, στο μέλλον, σε μια δική σας για παράδειγμα ταινία, κάποια άσχετη με τη δουλειά σας όμορφη, αν σας το ζητούσε;

«Αν ήταν καλή, θα το έκανα, μιλώντας βέβαια πάντα για το σινεμά, καθώς το θέατρο είναι άλλη υπόθεση. Βέβαια δεν τρελαίνομαι για τον κινηματογράφο, δεν λέω “πότε θα κάνω σινεμά!”».

Το ταλέντο θέλει προπόνηση

Η πορεία σας μέχρι σήμερα και η τόλμη που δείχνετε στις δηλώσεις σας φανερώνουν έναν άνθρωπο χωρίς ανασφάλειες.

«Κοιτάξτε, μόνος μου έχω καταφέρει και με πολύ μόχθο όσα έχω κάνει μέχρι σήμερα, γι’ αυτό δεν θα μου τα κλέψει κανείς, δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Πραγματικά νιώθω πολύ ωραία με τον εαυτό μου κι ίσως αυτό είναι που εκτιμά σ’ εμένα ο κόσμος, επιβραβεύει δηλαδή τη γενικότερη εικόνα μου και την προσωπική μου διαδρομή πολύ περισσότερο από τις μεγάλες επιδόσεις και τις καλές ερμηνείες. Υπάρχουν βέβαια κι άλλοι που δεν με έχουν στις προτιμήσεις τους, δεν γίνεται να αρέσεις σε όλους».

Μέχρι σήμερα, τι σας έχει ευνοήσει περισσότερο; Η τύχη ή το ταλέντο;

«Χωρίς ταλέντο, ο ηθοποιός δεν μπορεί να κάνει τίποτα, με την προϋπόθεση όμως πως θα έχει και την επιθυμία να το καλλιεργήσει, γιατί το ταλέντο θέλει προπόνηση. Από εκεί και πέρα, για να πας μπροστά χρειάζεται εργατικότητα, συνέπεια, υπομονή, επιμονή και πάνω από όλα μυαλό ώστε να κάνεις σωστές επιλογές και να μη σε προδίδει η πορεία σου στη ζωή. Για μένα, η εικόνα που σχηματίζουν οι θεατές για έναν ηθοποιό έχει να κάνει με τη γενικότερη πορεία του και όχι μόνο με τις επιδόσεις του στη σκηνή. Εγώ, για παράδειγμα, μπορεί να είμαι άριστος στις παραστάσεις μου, αν όμως αρχίσω να λέω μπούρδες, αυτόματα θα ακυρώσω όλα όσα έχω κάνει στην καριέρα μου. Προσωπικά πιστεύω πως ο ηθοποιός που έχει μια δεδομένη προσωπικότητα με αυτή θα εκτεθεί και στη σκηνή».

Έτσι σκεφτόσασταν από τα πρώτα σας βήματα στο θέατρο;

«Έτσι είμαι από τα είκοσί μου, δεν άλλαξα στα χρόνια που μεσολάβησαν».

Συνήθως η επιτυχία σε αλλάζει όπως και η αποτυχία.

«Εγώ έζησα τα πράγματα νορμάλ, προχωρώντας σκαλί σκαλί, δεν είχα ποτέ απότομα πετάγματα».

Είχατε δώσει στον εαυτό σας, ξεκινώντας την καριέρα σας, ένα χρονικό περιθώριο προσπαθειών, πως δηλαδή αν στη δεκαετία δεν καταφέρετε κάτι, θα αλλάξετε στόχους και διαδρομή;

«Όσοι σκέφτονται έτσι δεν κάνουν για ηθοποιοί. Προσωπικά, από τα δεκαοκτώ μου που αποφάσισα πως θέλω να γίνω ηθοποιός, δεν φαντάστηκα ποτέ τον εαυτό μου σε άλλη δουλειά. Το επάγγελμά μας δεν είναι του στιλ “δεν πειράζει, δεν πάω καλά εδώ, ας ανοίξω ένα μπαρ!”. Αν είσαι γι’ αυτήν τη δουλειά, η φύση σου δεν μπορεί να αποδεχθεί καμία άλλη!».

Θα πρέπει να είναι πολύ πληγωμένοι οι ηθοποιοί που, λόγω ανεργίας, απέχουν χρόνια από τη σκηνή.

«Δεν είναι όμως ηττημένοι, για μένα ηττημένοι είναι οι ηθοποιοί που έχουν λεφτά αλλά δεν είναι στη δουλειά. Σίγουρα είναι τραγικό να είσαι για χρόνια στις επάλξεις και ξαφνικά να βρεθείς εκτός παιχνιδιού. Πρέπει όμως να σταματήσουμε το κλάμα και τη μιζέρια όσοι τουλάχιστον έχουμε μια πιο ισχυρή δημόσια εικόνα και δεν βρισκόμαστε στον δρόμο. Άλλωστε δεν μετριούνται όλα με χρήματα στη ζωή, υπάρχουν και οι ανθρώπινες σχέσεις, τα όνειρα για το μέλλον, η οικογένεια».

Τι να τις κάνω τις ξέγνοιαστες ώρες!

Ο Γιάννης Μπέζος δείχνει να είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στο θέατρο. Αναρωτιέμαι κατά πόσο η προσωπική του ζωή επιβαρύνεται από τη δουλειά του κι αν του λείπουν οι ξέγνοιαστες ώρες. Αντιδράει έντονα.

«Μα δεν θέλω στη ζωή μου ξέγνοιαστες ώρες, τι να τις κάνω! Προτιμώ να είμαι εδώ στο θέατρο, οι δημιουργικές ώρες είναι για μένα οι ξέγνοιαστες ώρες. Δεν θα μπορούσα ποτέ να δουλεύω οκτάωρο και μετά να πηγαίνω να ξεκουραστώ! Εγώ θέλω να κουράζομαι, όσο περίεργο για κάποιους κι αν ακούγεται αυτό. Έτσι κι αλλιώς, η δουλειά του ηθοποιού από τη φύση της είναι αιρετική. Στο θέατρο πάντως ο ηθοποιός που λέει “ποπό… έχω να πάω στην πρόβα κι είμαι κουρασμένος” δεν κάνει γι’ αυτήν τη δουλειά».

Τι πρέπει να λέει;

«Πρέπει να λέει “πότε θα πάω στη δουλειά μου!”, είναι δηλαδή ανάποδα τα πράγματα στον δικό μας τον χώρο”.

Να υποθέσω πως δεν έχετε απωθημένα.

«Όχι, δεν μου έχει λείψει τίποτα».

Δεν μετανιώνετε, δηλαδή, για όσα δεν έχετε ζήσει;

«Τα πάντα έχω κάνει στη ζωή μου, κι όσοι συνάδελφοι λένε πως μετανιώνουν γι’ αυτά που δεν έζησαν εξαιτίας της δουλειάς τους και πως στερήθηκαν τα πάντα για το θέατρο, απλά λένε μπούρδες για να τους λυπάται ο κόσμος, γελοιότητες που με ανατριχιάζουν. Ο καθένας βγαίνει δηλαδή και δηλώνει ό,τι του κατέβει, την ώρα που στην ίδια αυλή απλώνουμε ρούχα, άρα όλοι ξέρουμε πώς έχουν τα πράγματα. Πρώτα πρώτα δεν τους ζήτησε κανείς να κάνουν αυτήν τη δουλειά, μόνοι τους την επέλεξαν. Από την στιγμή λοιπόν που την επιλέγεις, ξέρεις και τι σε περιμένει, έτσι προχωράς χωρίς να ζητάς ανταλλάγματα, η αναγνώριση, αν έρθει, θα είναι ερήμην σου, αν το αξίζεις».

Δεν μιλάμε, δηλαδή, για κυκλώματα.

«Δεν μιλάμε για κυκλώματα, ούτε για παρέες που προωθεί ο ένας τον άλλον. Αυτά είναι γελοιότητες, κανείς δεν προωθεί κανέναν. Άμα βγάλω, δηλαδή, στη σκηνή τη θεία μου να παίξει, θα έρθεις να τη δεις αν δεν κάνει επειδή είναι θεία μου! Η σκηνή δεν είναι δημόσια υπηρεσία».

Θα δεχόσασταν ποτέ διευθυντική θέση με εντυπωσιακό μισθό σε δημόσια υπηρεσία που θα εξασφάλιζε το μέλλον σας;

«Ποτέ! Πρώτα πρώτα δεν θέλω να έχω εξασφαλισμένη ζωή. Προτιμώ μια ζωή όπου να μην ξέρω τι θα μου ξημερώσει. Έπειτα δεν με νοιάζουν οι μεγάλες απολαβές, εγώ θέλω κάθε φορά να ξεκινάω από το μηδέν».

Σας αρέσει να ρισκάρετε;

«Η γοητεία του να είσαι ηθοποιός είναι το ρίσκο που παίρνεις. Όσο για τη σιγουριά, αυτή είναι για τους συνδικαλιστές και τους μέτριους, που την αποζητούν από τα είκοσι πέντε τους».

Στα προσωπικά σας, είσαστε τόσο απόλυτος;

«Σκέφτομαι πολύ πριν κάνω κάτι, δεν σηκώνω μπαϊράκι, υπάρχει κόπος πίσω από κάθε απόφασή μου. Στις προσωπικές μου σχέσεις, στις συγγενικές, στις φιλικές, είμαι ανοιχτός, τις δουλειές μου όμως θέλω να τις ελέγχω απόλυτα».

Η δημοσιότητα επηρεάζει την προσωπική σας ζωή;

«Πρέπει εμείς να θέλουμε να ασχοληθεί ο κόσμος μαζί μας για να γίνει αυτό. Εγώ βγαίνω στη γειτονιά μου, πάω στο σούπερ μάρκετ, κυκλοφορώ γενικά χωρίς ποτέ να έχω πρόβλημα. Αν θέλεις να περάσεις απαρατήρητος, περνάς, αν θέλεις να περάσεις και να σε δουν, πάλι τα καταφέρνεις, εξαρτάται πώς προτιμάς να πορεύεσαι».

Φέτος δουλεύετε μαζί με τη Ναταλία Τσαλίκη. Είναι προτιμότερο από το να είσαστε χώρια στη σκηνή;

«Έχουμε θίασο πάνω από είκοσι χρόνια. Λόγω όμως ρεπερτορίου, δεν δουλεύουμε με τη Ναταλία πάντα μαζί, είμαστε ανεξάρτητοι, το ίδιο συμβαίνει και με την κόρη μας. Στα παλιά σχήματα, βέβαια, συνήθιζαν οι ηθοποιοί που ήταν ζευγάρια να ακολουθούν πάντα κοινή πορεία στο θέατρο, εμένα αυτό δεν μου λέει κάτι».

Τις ώρες που δεν είσαστε αφοσιωμένος στο θέατρο, πώς τις περνάτε;

«Διαβάζω, ακούω μουσική, δεν βαριέμαι ποτέ. Με τις παρέες μου, όταν βγαίνω, μου αρέσει να έχω κάτι να πω, όχι να χαζογελάω σαν βλάκας και να αραδιάζω μπούρδες. Αν το κάνω, θα είναι η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Γενικά δεν θέλω να περνάω τζάμπα τη μέρα μου, η κάθε στιγμή μου μού αρέσει να μου προσθέτει κάτι».

Τι σας κόβει τα πόδια;

«Η βλακεία των ανθρώπων. Από τους βλάκες, που συχνά συμπεριφέρονται και ως έξυπνοι, προτιμώ τους απατεώνες και τους δολοφόνους».

Έχουν εκμεταλλευτεί τη φιλία σας;

«Δεν άφησα ποτέ περιθώρια για να με εκμεταλλευτούν. Γενικά είμαι λίγο ακριβός, δεν κάνω εύκολα παρέες, δύσκολα θα μου αποσπάσει κάποιος κάτι. Έτσι είναι η ιδιοσυγκρασία μου».

Ποιο είναι το όνειρό σας;

«Να είμαι καλά σωματικά και ψυχικά στο πέρασμα του χρόνου. Με σοκάρει όταν κάποιος βγαίνει εκτός παιχνιδιού λόγω ανημποριάς. Από εκεί και πέρα, χωρίς το όνειρο ζωή δεν υπάρχει, δεν γίνεται να ζεις χωρίς να ονειρεύεσαι!».

Αν η ζωή σας ήταν διαγώνισμα, τι βαθμό θα παίρνατε;

«Άριστα φυσικά!».